- δικηγορόσημο
- τοκινητό ένσημο το οποίο επικολλούσαν (1910-1930) στα δικαστικά έγγραφα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
δικηγορόσημο — το ένσημο που επικολλούν οι δικηγόροι στα δικαστικά έγγραφα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)